- χιλιοστή
- χῑλιοστή , χιλιοστόςthousandthfem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
χιλιοστός — ή, ό / χιλιοστός, ή, όν, ΝΜΑ αυτός που κατέχει τον αριθμό χίλια σε σειρά ή τάξη (α. «ο χιλιοστός επιβάτης» β. «οὐκ ἂν κριθείην οὔτε πρῶτος οὔτε δεύτερος οἶμαι δὲ οὐδὲ χιλιοστός», Ξεν.) νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. βλ. χιλιοστό αρχ. το θηλ. ως ουσ. ἡ… … Dictionary of Greek
Житие Константина-Кирилла Философа — Житие Константина (Кирилла) Философа (Пространное) – памятник болгарской агиографии, широко распространенный в древнерусской книжности. Ж. содержит ценные сведения о жизни и деятельности Константина Философа, создателя славянской письменности,… … Словарь книжников и книжности Древней Руси
τρισμυριοστός — ή, όν, Α αυτός που κατέχει στη σειρά την τριακοστή χιλιοστή θέση. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρισμύριοι + κατάλ. στος (πρβλ. ὀγδοηκο στός] … Dictionary of Greek
χιλιετηρίδα — η / χιλιετηρίς, ίδος, ΝΜΑ, και χιλιοετηρίς Μ περίοδος χιλίων ετών, χιλιετία νεοελλ. η χιλιοστή επέτειος. [ΕΤΥΜΟΛ. < χιλι(ο) * + ετηρίς (< έτηρος < ἔτος), πρβλ. πεντα ετηρίς/ ίδα] … Dictionary of Greek
Ελευθερουδάκης, Κώστας — (Αθήνα 1877 – 1962). Εκδότης και ιδρυτής του ομώνυμου οίκου. Φοίτησε στο ελληνικό και στο ρωσικό γυμνάσιο της Οδησσού και σπούδασε φιλολογία και οικονομικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο της Ρίγα, όπου ανακηρύχθηκε διδάκτορας της φιλολογίας. Η… … Dictionary of Greek
χιλιετηρίδα — η η περίοδος χιλίων ετών, χιλιοστή επέτειος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
АФАНАСИЙ I ВЕЛИКИЙ — [Греч. ̓Αθανάσιος ὁ Μέγας] (ок. 295, Александрия? 2.05.373, там же), cвт. (пам. 18 янв., 2 мая), еп. Александрийский (с 8 июня 328), великий отец и учитель Церкви. Свт. Афанасий Великий. Фреска собора мон ря прп. Антония Великого в Египте. XIII в … Православная энциклопедия